Η Νέα Υόρκη, όντας πόλη-σύμβολο των ΗΠΑ, χαρακτηρίζεται από όλα τα στοιχεία της σύγχρονης Αμερικής, θετικά και αρνητικά, και μάλιστα μεγενθυμένα. Είναι γεμάτη από όλων των ειδών τις κοινωνικές αντιθέσεις κι οι κάτοικοί της, σχηματίζουν δίπολα ομάδων που συνυπάρχουν κατά σχεδόν παρανοϊκό τρόπο. Άνεργοι και γιάπηδες, άστεγοι και ιδιοκτήτες πολυτελών υπερ-βιλών, εργάτες και βιομήχανοι, φοιτητές και χρηματιστές, καλλιτέχνες του δρόμου και παραγωγοί της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, τρελοί και «τρελοί».
Κι ο κινηματογράφος, ως τέχνη που καταγράφει και μεγενθύνει στοιχεία της πραγματικότητας, δε θα μπορούσε να μη διαπνέεται από αυτές τις αντιθέσεις, όταν πρόκειται για την πόλη της Νέας Υόρκης. Ένα από τα πιο διάσημα πάρκα του κόσμου, το Central Park, που βρίσκεται στην καρδιά της Νέας Υόρκης, δεν είναι μόνο μέρος ρομαντικών ειδυλλίων, ευχάριστων στιγμών και ιστοριών αγάπης, όπως μαθαίνουμε από τις εντελώς αντίστοιχες ρομαντικές κομεντί ή κωμικές τηλεοπτικές σειρές (αξέχαστος ο καφές στο Central Perk...). Είναι ταυτόχρονα και όχι αλλού ή έξω από αυτά, το μέρος συγκέντρωσης όλων των φτωχών και των αστέγων, των αποκλεισμένων και εξαθλιωμένων και των παρατημένων ηλικιωμένων, της λούμπεν αλητείας και των εμπόρων ναρκωτικών, όπως μαθαίνουμε –ευτυχώς!- από ταινίες όπως το The Fisher King (Ο βασιλιάς της μοναξιάς) του Terry Gilliam. (επίσης να δείτε οπωσδήποτε το I’m not Rappaport για αυτήν την κρυμμένη εικόνα του Central Park).
Αυτό το πάρκο, ως κοινός τόπος όλων αυτών των αντιθέσεων και καταστάσεων, γίνεται στην ταινία τόπος συνάντησης δύο εντελώς ετερόκλητων ανθρώπων: ένας πρώην διάσημος ραδιοφωνικός παρουσιαστής (Τζακ Λούκας) με έναν νυν τρελό άστεγο (Πάρυ). Η συνάντηση αυτή λειτουργεί ως απο μηχανής δύναμη στην ιστορία, διότι μέσω της μετέπειτα αλληλεπίδρασής τους, έρχεται στο φως η ιστορία που τους συνδέει, και που έχει καθορίσει την ζωή τους τα τελευταία χρόνια. Ο Τζακ Λούκας βλέπει μπροστά του το δημιούργημα μιας κοινωνίας γεμάτης από ανθρώπους ψυχικά διαταραγμένους, μόνους και καταπιεσμένους, που ο ίδιος αρνιόταν να δει από τη θέση που βρισκόταν και τελικά άθελα του λειτούργησε ως έμμεση αιτία για την τρέλα του Πάρυ. Ο Πάρυ, από την άλλη, βλέπει στον Τζακ το φίλο και σωτήρα που του λείπει, τον άνθρωπο που θα τον βοηθήσει να βρει το ιερό δισκοπότηρο (Holy Grail !!!) και τον ανεκπλήρωτό του έρωτα, που λειτουργεί ως μοναδική διέξοδος από την τρέλα του.
Ακολουθώντας την ατομική πορεία προς τη φήμη και τον πλουτισμό, ο πρωταγωνιστής, που λειτουργεί και ως σύμβολο όλης αυτής της νοοτροπίας, έχει σταδιακά χάσει την επαφή του με ό,τι άσχημο γύρω του, με την ίδια την κοινωνία στην ολότητά της, και έχει φτάσει να τη χλευάζει και να την υποτιμά, θεωρώντας αστείο ό,τι πρόβλημα έχει ο κόσμος, καθώς τον αφορά μόνο ο εαυτός του και η ικανοποίηση του ναρκισσισμού του (ο Γκίλιαμ σατυρίζει άψογα το δικό του ναρκισσισμό με μια αφίσα ταινίας του μέσα στην ταινία του). Η φαινομενική τελειότητα της ζωής του διαταρράσεται απότομα από την εντελώς πραγματική ασχήμια και παράνοια της κοινωνίας, όχι επειδή η ζωή του έτυχε κάποια στιγμή να συναντήσει την κοινωνία, αλλά επειδή εξαρτάται από την ίδια την κοινωνία και όλα τα προβλήματά της. Δεν είναι «η ζωή του», και «κάπου αλλού η κοινωνία» (όπως όταν έκανε εκπομπές), αλλά «η ζωή του μέσα στην κοινωνία» και σε πλήρη συνάρτηση με αυτή.
Είναι τρελός όποιος πιστεύει ότι ξεφεύγει από τα προβλήματα της κοινωνίας ακολουθώντας έναν ατομικό δρόμο που θα τον φτάσει υποτίθεται πάνω απ’αυτήν (Τζακ Λούκας), κι όποιος νιώθει μόνος απέναντι σε προβλήματα που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει (Πάρυ), τρελλαίνεται. Η ίαση της τρέλλας θα έρθει μέσα από τη συλλογική αντιμετώπιση, που στην ταινία εκφράζεται εκπληκτικά μέσω της φιλίας και του έρωτα.
Κι ο κινηματογράφος, ως τέχνη που καταγράφει και μεγενθύνει στοιχεία της πραγματικότητας, δε θα μπορούσε να μη διαπνέεται από αυτές τις αντιθέσεις, όταν πρόκειται για την πόλη της Νέας Υόρκης. Ένα από τα πιο διάσημα πάρκα του κόσμου, το Central Park, που βρίσκεται στην καρδιά της Νέας Υόρκης, δεν είναι μόνο μέρος ρομαντικών ειδυλλίων, ευχάριστων στιγμών και ιστοριών αγάπης, όπως μαθαίνουμε από τις εντελώς αντίστοιχες ρομαντικές κομεντί ή κωμικές τηλεοπτικές σειρές (αξέχαστος ο καφές στο Central Perk...). Είναι ταυτόχρονα και όχι αλλού ή έξω από αυτά, το μέρος συγκέντρωσης όλων των φτωχών και των αστέγων, των αποκλεισμένων και εξαθλιωμένων και των παρατημένων ηλικιωμένων, της λούμπεν αλητείας και των εμπόρων ναρκωτικών, όπως μαθαίνουμε –ευτυχώς!- από ταινίες όπως το The Fisher King (Ο βασιλιάς της μοναξιάς) του Terry Gilliam. (επίσης να δείτε οπωσδήποτε το I’m not Rappaport για αυτήν την κρυμμένη εικόνα του Central Park).
Αυτό το πάρκο, ως κοινός τόπος όλων αυτών των αντιθέσεων και καταστάσεων, γίνεται στην ταινία τόπος συνάντησης δύο εντελώς ετερόκλητων ανθρώπων: ένας πρώην διάσημος ραδιοφωνικός παρουσιαστής (Τζακ Λούκας) με έναν νυν τρελό άστεγο (Πάρυ). Η συνάντηση αυτή λειτουργεί ως απο μηχανής δύναμη στην ιστορία, διότι μέσω της μετέπειτα αλληλεπίδρασής τους, έρχεται στο φως η ιστορία που τους συνδέει, και που έχει καθορίσει την ζωή τους τα τελευταία χρόνια. Ο Τζακ Λούκας βλέπει μπροστά του το δημιούργημα μιας κοινωνίας γεμάτης από ανθρώπους ψυχικά διαταραγμένους, μόνους και καταπιεσμένους, που ο ίδιος αρνιόταν να δει από τη θέση που βρισκόταν και τελικά άθελα του λειτούργησε ως έμμεση αιτία για την τρέλα του Πάρυ. Ο Πάρυ, από την άλλη, βλέπει στον Τζακ το φίλο και σωτήρα που του λείπει, τον άνθρωπο που θα τον βοηθήσει να βρει το ιερό δισκοπότηρο (Holy Grail !!!) και τον ανεκπλήρωτό του έρωτα, που λειτουργεί ως μοναδική διέξοδος από την τρέλα του.
Ακολουθώντας την ατομική πορεία προς τη φήμη και τον πλουτισμό, ο πρωταγωνιστής, που λειτουργεί και ως σύμβολο όλης αυτής της νοοτροπίας, έχει σταδιακά χάσει την επαφή του με ό,τι άσχημο γύρω του, με την ίδια την κοινωνία στην ολότητά της, και έχει φτάσει να τη χλευάζει και να την υποτιμά, θεωρώντας αστείο ό,τι πρόβλημα έχει ο κόσμος, καθώς τον αφορά μόνο ο εαυτός του και η ικανοποίηση του ναρκισσισμού του (ο Γκίλιαμ σατυρίζει άψογα το δικό του ναρκισσισμό με μια αφίσα ταινίας του μέσα στην ταινία του). Η φαινομενική τελειότητα της ζωής του διαταρράσεται απότομα από την εντελώς πραγματική ασχήμια και παράνοια της κοινωνίας, όχι επειδή η ζωή του έτυχε κάποια στιγμή να συναντήσει την κοινωνία, αλλά επειδή εξαρτάται από την ίδια την κοινωνία και όλα τα προβλήματά της. Δεν είναι «η ζωή του», και «κάπου αλλού η κοινωνία» (όπως όταν έκανε εκπομπές), αλλά «η ζωή του μέσα στην κοινωνία» και σε πλήρη συνάρτηση με αυτή.
Είναι τρελός όποιος πιστεύει ότι ξεφεύγει από τα προβλήματα της κοινωνίας ακολουθώντας έναν ατομικό δρόμο που θα τον φτάσει υποτίθεται πάνω απ’αυτήν (Τζακ Λούκας), κι όποιος νιώθει μόνος απέναντι σε προβλήματα που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει (Πάρυ), τρελλαίνεται. Η ίαση της τρέλλας θα έρθει μέσα από τη συλλογική αντιμετώπιση, που στην ταινία εκφράζεται εκπληκτικά μέσω της φιλίας και του έρωτα.
Χ.Θ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου